Τετάρτη 25 Ιουλίου 2012

Κινηματογράφος: «Η σιωπή των αμνών» (1991)

Η ΣΙΩΠΗ ΤΩΝ ΑΜΝΩΝ

«SILENCE OF THE LAMBS»




    Ένας κατά συρροή δολοφόνος στις σύγχρονες ΗΠΑ – με το προσωνύμιο Μπάφαλο Μπιλ – απάγει, εκτελεί και γδέρνει νεαρές γυναίκες. Το FBI ερευνά την υπόθεση μα βρίσκεται σε αδιέξοδο. Ο πράκτορας Τζακ Κρώφορντ (Σκοτ Γκλεν) είναι επικεφαλής του Τμήματος Συμπεριφορικής Επιστήμης, υπεύθυνου για την κατάρτιση ψυχολογικών προφίλ για τους δράστες εγκλημάτων, ώστε να είναι ευκολότερος ο εντοπισμός υπόπτων. Προσπαθώντας να ανακαλύψει τον Μπάφαλο Μπιλ, αναθέτει στη νεαρή εκπαιδευόμενη του Γραφείου Κλαρίς Στάρλινγκ (Τζόντι Φόστερ) να αποσπάσει συνεντεύξεις από τον έγκλειστο σε φυλακή υψίστης ασφαλείας ψυχίατρο Χάνιμπαλ Λέκτερ (Άντονι Χόπκινς), ιδιοφυή και καλλιεργημένο κανίβαλο ο οποίος είχε συλληφθεί παλαιότερα ως κατά συρροή δολοφόνος, με την ελπίδα ότι μπορεί να γνωρίζει κάτι...
     Το 1988 ο εμπορικός Αμερικανός συγγραφέας Τόμας Χάρις επιχείρησε να επαναλάβει την τεράστια επιτυχία του λογοτεχνικού Κόκκινου δράκου (1981) – μυθιστορήματος-οροσήμου στον χώρο του αστυνομικού θρίλερ – με την άτυπη συνέχειά του Η σιωπή των αμνών. Οι δύο κεντρικότεροι χαρακτήρες του Δράκου, ο κατά συρροή δολοφόνος Φράνσις Ντόλαριντ και ο πράκτορας του FBI Γουίλ Γκράχαμ δεν επανεμφανίστηκαν, αφού ο ένας ήταν νεκρός και ο άλλος οριστικά εκτός ενεργού δράσης μετά τα γεγονότα του προηγούμενου βιβλίου. Αντ' αυτών, ο Χάρις αναβάθμισε σε συμπρωταγωνιστές της λογοτεχνικής Σιωπής δύο δευτερεύοντες χαρακτήρες του Δράκου: τον Τζακ Κρώφορντ, τέως προϊστάμενο του Γκράχαμ, και τον χαρισματικό, καλλιεργημένο, κανίβαλο ψυχίατρο Χάνιμπαλ Λέκτερ, αδιαμφισβήτητο άρχοντα των ψυχασθενών δολοφόνων. Στο πλάι τους εισήγαγε τα δύο νέα τους πιόνια: τον ψυχοπαθή κατά συρροή φονιά και εκδορέα γυναικών «Μπάφαλο Μπιλ» και τη νεοσύλλεκτη, εκπαιδευόμενη πράκτορα του FBI Κλαρίς Στάρλινγκ. Αν και ποτέ δεν ομολογείται ρητά, τόσο ο Λέκτερ όσο και ο Κρώφορντ έβλεπαν την Κλαρίς, για τους δικούς του λόγους ο καθένας, ως πρόπλασμα από το οποίο θα κατασκεύαζαν τον επόμενο Γουίλ Γκράχαμ μέσω της υπόθεσης Μπάφαλο Μπιλ.
    Σε αντίθεση με τον Δράκο, η Σιωπή δεν εστίασε τόσο στον κύριο καταζητούμενο δολοφόνο, όσο στον σαγηνευτικό, πολύπλευρο Λέκτερ και στην πολύπλοκη αλληλεπίδρασή του με την Κλαρίς. Σε αντίθεση όμως με το πρώτο μυθιστόρημα και παρά τις προσπάθειες να σκιαγραφηθεί ξανά ως απειλητικός και βυσσοδόμος, εδώ απεικονίζεται τελικά περισσότερο ως ιδιόρρυθμη, διεισδυτική, αντικοινωνική μεγαλοφυία παρά ως δολοπλόκος παράφρων. Μικρό το ελάττωμα βεβαίως, μπροστά στο σημαντικότερο επίτευγμα του Χάρις: την τελειοποίηση της πένας του όσον αφορά την αρτιότητα της δομής της πλοκής και την τριδιάστατη ανάπτυξη των πολύπλοκων χαρακτήρων του, παρά την αναμενόμενη, απολύτως συμβατική και κάπως αδέξια γραφή του εμπορικού μυθιστορήματος. Συν τοις άλλοις, ο συγγραφέας κατάφερε να προσδώσει στη Σιωπή και ένα πλούσιο, κομψά αποδιδόμενο περιεχόμενο το οποίο συναρμολογείται στον νου του αναγνώστη μέσα από δεκάδες μικρές και αλληλοϋποστηριζόμενες ψηφίδες νοήματος: για τον Χάρις, η ουσία του Κακού είναι απλώς η αντικειμενοποίηση ανθρώπου από άνθρωπο. Έτσι, ο Λέκτερ τρώει τα θύματά του επειδή θεωρεί όλη την Ανθρωπότητα κοπάδι προς κατανάλωση, ο Μπάφαλο Μπιλ γδέρνει γυναίκες για το δέρμα τους επειδή τις θεωρεί απλώς πρώτη ύλη για τη «μεταμόρφωσή του», οι κατά κανόνα σεξιστές ανδρικοί χαρακτήρες συμπεριφέρονται στην Κλαρίς – νεαρή, όμορφη και γυναίκα – ως τίποτα περισσότερο από εν δυνάμει σεξουαλικό βοήθημα, ο Τσίλτον βλέπει τους ασθενείς του ως αναλώσιμο υλικό για την προώθηση της καριέρας του, και ούτω καθεξής. Για τον συγγραφέα, οι άτυπες και τυπικές κοινωνικές ιεραρχίες εξυπηρετούν εμφανώς τη διαιώνιση αυτού του Κακού.
    Μετά την εξαιρετική χολιγουντιανή κινηματογραφική διασκευή του Κόκκινου δράκου διά χειρός Μάικλ Μαν (Ο ανθρωποκυνηγός, 1986), ήταν αναμενόμενο να συμβεί το ίδιο και με την ιδιαιτέρως επιτυχημένη λογοτεχνική Σιωπή των αμνών, πολύ σύντομα μετά την κυκλοφορία της. Το αποτέλεσμα είναι ένα διαχρονικό ψυχολογικό θρίλερ με στοιχεία τρόμου, το οποίο διατηρεί τα περισσότερα από τα βασικά πλεονεκτήματα του μυθιστορήματος: περιέχει τα κατάλληλα συστατικά σε μια αρμονική ισορροπία και σε ορθές δόσεις – δεν είναι τυχαίο ότι αποτελεί υπόδειγμα του είδους του – ενώ εστιάζει σε μία άπειρη και εύθραυστη γυναίκα αντιμέτωπη με έναν πατριαρχικό κόσμο στον κεντρικό ρόλο, αντί για τον έμπειρο ταλαντούχο πράκτορα του Κόκκινου δράκου. Έτσι, η κινηματογραφική Σιωπή εμπλουτίζει την αφήγησή της με ένα υπόγειο, διακριτικό ρεύμα κομψού φεμινιστικού προβληματισμού. Ο σεναριογράφος Τεντ Τάλι και ο σκηνοθέτης Τζόναθαν Ντέμι μεταφέρουν πιστά το βιβλίο διατηρώντας αναλλοίωτα τα πλεονεκτήματά του, ζωντανεύοντας την τρομακτική πλοκή και τους χαρακτήρες με έναν τρόπο ατμοσφαιρικό και αγωνιώδη, με εξαιρετική αίσθηση του ρυθμού και πανέμορφη ψυχρή φωτογραφία, απεικονίζουσα έναν κόσμο μούχλας και απειλητικής υγρασίας. Σε αντιδιαστολή με την ποπ πανδαισία και την κλινική ψυχρότητα του Ανθρωποκυνηγού, εδώ έχει προτιμηθεί ένα υποβλητικό γοτθικό κλίμα για την εικονογράφηση της ιστορίας.
    Στο επίκεντρο της ιστορίας τοποθετείται η εύθραυστη, ορφανή, επαρχιώτισσα, πρωτάρα Κλαρίς, με το τραυματικό παρελθόν, τη διαρκή, παρασκηνιακή αντιπαράθεσή της με έναν ανδροκρατούμενο κόσμο και την ανάγκη για επιβεβαίωση μέσα από τη θητεία της στο FBI. Βλέπουμε τα πάντα μέσα από τα δικά της μάτια και έτσι σταδιακά οδηγούμαστε ¬στον εξαιρετικά χαρισματικό, καλλιεργημένο, ιδιοφυή και δολοφονικό ψυχίατρο με τις κανιβαλικές τάσεις. Μια εμβληματική ερμηνεία για τον Χόπκινς, ο έγκλειστος Λέκτερ του μαγνητίζει το βλέμμα και σαγηνεύει τον νου, αποτυπώνοντας στον κινηματογραφικό φακό την πιο σημαντική απεικόνιση της γοητείας της παραφροσύνης και του τρόμου. Διεισδύει με την καθαρότητα της σκέψης του στα πλέον ενδόμυχα σημεία του ψυχισμού της Κλαρίς και – ταυτόχρονα – του δικού μας. Τον συμπαθούμε, διότι αυτός συμπαθεί και σέβεται την Κλαρίς. Ο Ντέμι αφήνει μία αύρα ερωτισμού να πλανάται μεταξύ τους αλλά, ακολουθώντας την τακτική του μυθιστορήματος, δεν χρησιμοποιεί υπέρμετρα τον πιο ενδιαφέροντα χαρακτήρα του. Καθώς υποτίθεται ότι απλώς βοηθά την Κλαρίς στην κύρια εργασία της, τον εντοπισμό του Μπάφαλο Μπιλ, μα στην πραγματικότητα παίζει ένα διανοητικό παιχνίδι μαζί της, ο σκηνοθέτης τον εμφανίζει σε διάσπαρτες δόσεις και το σύνολο των σκηνών του δεν υπερβαίνει τα 16 λεπτά σε μία δίωρη ταινία. Οι σπάνιες, σχεδόν ενστικτώδεις εκρήξεις βίας του ψυχοπαθούς Λέκτερ είναι απρόσμενες – και γι’ αυτό περισσότερο αποτελεσματικές – όχι μόνο λόγω του καλλιεργημένου, ευφράδους προφίλ του και των καλών του τρόπων, αλλά και διότι ψυχή της ταινίας δεν είναι παρά οι μαγευτικές συνομιλίες του με την Κλαρίς στο υψίστης ασφαλείας, υπόγειο κελί του. Εκεί λάμπει η αντιφατική, διπλή του φύση ως άρχοντα του χάους και μαέστρου της τάξης, ονείρου της μπουρζουαζίας και, ταυτόχρονα, του χειρότερου εφιάλτη της.
    Η Τζόντι Φόστερ είναι επίσης εξαιρετική στον ρόλο της Κλαρίς, μιας γυναίκας υπό διαρκή κρίση η οποία αντιμετωπίζει με επιτυχία την έσχατη εξέταση στον «Κάτω Κόσμο» όπου φυλάσσεται ο σχεδόν υπεράνθρωπος Λέκτερ, κατορθώνοντας να αποσπάσει τον σεβασμό του. Ο Μπάφαλο Μπιλ – όχι τόσο ενδιαφέρον, ή επαρκώς αναπτυγμένος ως χαρακτήρας όσο θα έπρεπε – μοιάζει με το αρνητικό alter ego της: άνδρας σε έναν κόσμο που δεν του ταιριάζει, επιθυμεί να μεταμορφωθεί σε γυναίκα αλλά οι κλινικές αλλαγής φύλου του το αρνούνται, με αποτέλεσμα την ανάδυση μίας νοσηρής βιαιότητας. Ο εντοπισμός του από το Τμήμα του Κρώφορντ, αξιοποιώντας τις κωδικοποιημένες πληροφορίες τις οποίες με το σταγονόμετρο αποσπά η Στάρλινγκ από τον Λέκτερ, είναι σχετικά τυποποιημένος ως υποπλοκή και καταλήγει σε ένα παράλληλο μοντάζ το οποίο μοιάζει να εκβιάζει την έκπληξη του θεατή, κατά την είσοδο των ανδρών του FBI στην υποτιθέμενη κατοικία του υπόπτου και την ταυτόχρονη επίσκεψη της ανίδεης Κλαρίς στο πραγματικό του κρησφύγετο. Η Στάρλινγκ αντιμετωπίζει ικανοποιητικά την κατάσταση – ύστερα από μία αγωνιώδη και τρομακτική, αλλά συμβατική σκηνή αναζήτησης – και αποδεικνύει την αξία της στους άνδρες συναδέλφους. Πολύ πιο ενδιαφέρον φυσικά είναι το γεγονός ότι ο Λέκτερ αξιοποίησε με τη σειρά του την εμπλοκή του στην υπόθεση του Μπιλ προκειμένου να αποδράσει, μία ιδιαιτέρως ατμοσφαιρική σεκάνς που καταλήγει σε ένα μνημειωδώς τρομακτικό και αλησμόνητα φρικιαστικό φονικό κρεσέντο. Η απρόσμενη αλληλεπίδραση της Κλαρίς και του Χάνιμπαλ – σχέση μέντορα και μαθητή, ή πατέρα και κόρης, από μία σκοπιά – έδωσε και στους δύο αυτό που ζητούσαν, μία διέξοδο από τη φυλακή του εξοστρακισμού τους. Καθόλου τυχαία, το παιγνιώδες φινάλε αναδεικνύει κυρίως την τηλεφωνική συνομιλία τους, όπου ο Λέκτερ φαίνεται να θριαμβεύει έναντι των επίσημων διωκτικών μηχανισμών της εξουσίας – όχι λιγότερο τερατωδών από τον ίδιο.
    Οι διαφορές από το βιβλίο είναι μικρές και οφείλονται κυρίως στους αναπόφευκτους περιορισμούς της δίωρης χρονικής διάρκειας. Έτσι, σε σχέση με τη λογοτεχνική Σιωπή, ο ρόλος του Κρώφορντ είναι περισσότερο υποβαθμισμένος στην ταινία και η ανάπτυξή του μικρότερη, με αποτέλεσμα την ισχυρότερη ανάδειξη της Κλαρίς σε αδιαμφισβήτητη κεντρική πρωταγωνίστρια. Κάθε αναφορά στη μοίρα του Γουίλ Γκράχαμ έχει εξαλειφθεί, το φινάλε είναι ελαφρώς σκοτεινότερο, ενώ οι μικρές, διακριτικές αλλαγές στο ιστορικό της Στάρλινγκ έχουν αλλάξει τα κίνητρά της: στο βιβλίο συνηθίζει να υπερβαίνει δυσκολίες για να μάθει έτσι σταδιακά να τιθασεύει την οργή της, ενώ στην ταινία νιώθει υποχρεωμένη να αποδείξει την αξία της. Ως αποτέλεσμα, το ευρύτερο σχόλιο του βιβλίου περί της φύσης του Κακού περιορίζεται εδώ σε έναν φεμινιστικό λόγο για την αντικειμενοποίηση ειδικά της γυναίκας. Συνολικά όμως πρόκειται για μία υποδειγματικά πιστή κινηματογραφική διασκευή μυθιστορήματος, όπου ακόμη και οι εσωτερικοί μονόλογοι των λογοτεχνικών χαρακτήρων έχουν σε κάποιον βαθμό αποδοθεί οπτικά με κατάλληλες γωνίες λήψης, ή με κινήσεις της κάμερας και ευφυές καδράρισμα.
     Στην τελετή των Όσκαρ του 1992 η ταινία κέρδισε πέντε βραβεία: Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου, Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Α’ Ανδρικού Ρόλου (για τον Χόπκινς) και Α’ Γυναικείου Ρόλου (για τη Φόστερ). Σήμερα θεωρείται κλασική.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας για την τρέχουσα ανάρτηση :