Κινηματογράφος: Ο Άνθρωπος Ελέφαντας (1980, «The Elephant Man»)
Κινηματογράφος: Ντιουν (1984, «Dune»)
Κινηματογράφος: Μπλε βελούδο (1986, «Blue Velvet»)
Κινηματογράφος: Ατίθαση καρδιά (1990, «Wild at Heart»)
Κινηματογράφος: Χαμένη λεωφόρος (1997, «Lost Highway»)
Κινηματογράφος: Οδός Μαλχόλαντ (2001, «Mulholland Drive»)
Κινηματογράφος: INLAND EMPIRE (2006, «INLAND EMPIRE»)
ΟΙ ΤΑΙΝΙΕΣ ΜΙΚΡΟΥ ΜΗΚΟΥΣ ΤΟΥ ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΛΙΝΤΣ
«SIX MEN GETTING SICK»
«THE ALPHABET»
«THE GRANDMOTHER»
«THE COWBOY AND THE FRENCHMAN»
«LUMIERE»
«RABBITS»
«DUMBLAND»
«DARKENED ROOM»
«THE BOAT»
«LADY BLUE SHANGHAI»
«THE ALPHABET»
«THE GRANDMOTHER»
«THE COWBOY AND THE FRENCHMAN»
«LUMIERE»
«RABBITS»
«DUMBLAND»
«DARKENED ROOM»
«THE BOAT»
«LADY BLUE SHANGHAI»
Περί τα τέλη της
δεκαετίας του 1960 ο κατόπιν πασίγνωστος
Αμερικανός σκηνοθέτης Ντέιβιντ Λιντς
σπούδαζε ζωγραφική στην Ακαδημία Καλών
Τεχνών της Φιλαδέλφεια. Εκεί, το 1966,
αξιοποίησε το εικαστικό του ταλέντο
για την κατασκευή ενός μονόλεπτου
κινουμένου σχεδίου με τίτλο Έξι
άνδρες αρρωσταίνουν
(Six
Men
Getting
Sick),
κατά τη διάρκεια του οποίου έξι
χονδροειδείς και αλλόκοτες ανθρώπινες
φιγούρες βλέπουν το στομάχι τους να
μεγεθύνεται και αίμα να το κατακλύζει
ώσπου πιάνουν φωτιά, ενώ ένας δυσάρεστος
ήχος σειρήνας ακούγεται διαρκώς στο
υπόβαθρο. Δεξιοτεχνικό μη αναπαραστατικό
σχέδιο (χωρίς ομαλή κίνηση βεβαίως),
επικείμενος αλλά ακαθόριστος κίνδυνος,
βιολογικός εκφυλισμός – όλα αυτά
διακρίνονται σε ένα φοιτητικό φιλμάκι
ενός σπουδαστή ζωγραφικής ο οποίος
«απλώς ήθελε να δει τους πίνακές του να
κινούνται». Όχι σημαντικό από μόνο του
αλλά σίγουρα προπομπός σπουδαιότερων
πραγμάτων.
Το 1968 ο Λιντς, με
προτροπή της συζύγου του, προχώρησε τις
εξερευνήσεις του συνθέτοντας κινούμενο
σχέδιο με μαγνητοσκοπημένο φιλμ στο
τετράλεπτο, έγχρωμο Αλφάβητο
(The
Alphabet).
Εφιαλτικό και παράδοξο, μια συρραφή από
παραισθητικές εικόνες σχετικές με τον
τρόμο της ενηλικίωσης, την αδυσώπητη
φύση του εκπαιδευτικού συστήματος και
τα τέρατα της παιδικής ηλικίας, με
ηχητική συνοδεία την τραγουδιστή
απαγγελία της αλφαβήτας από ένα νήπιο.
Τα πλάνα με τη νεαρή κοπέλα στο κρεβάτι
είναι ανατριχιαστικά και μακάβρια, με
έναν τρόπο αναγνωρίσιμο εκ των υστέρων
ως «λυντσικό» – η συνταγή όμως δεν είναι
πλήρης ακόμα και η ουσία μοιάζει να
λείπει. Το 1970, ύστερα από τη συμβουλή
ενός φίλου του και έχοντας κάποια μικρή
φήμη, ο Λιντς ζήτησε χρηματοδότηση από
το Αμερικανικό Κινηματογραφικό Ινστιτούτο
(AFI)
για να δημιουργήσει τη σχεδόν ημίωρη
Γιαγιά
(The
Grandmother).
Το έγχρωμο φιλμάκι συνδυάζει ξανά
κινούμενο σχέδιο με μαγνητοσκοπημένο
υλικό αλλά είναι πολύ πιο ώριμο,
περιγράφοντας βωβά – χωρίς διαλόγους,
μόνο με ηχητικά εφέ και μουσική
– την ιστορία
ενός ανώνυμου μικρού παιδιού το οποίο
«σπέρνει», «ποτίζει» και τελικά
«περισυλλέγει» μία ευαίσθητη γιαγιά,
για να τον βοηθήσει να ξεπεράσει το
άγχος της κακοποίησης και της αμέλειας
από τους βίαιους, κτηνώδεις γονείς του.
Με προσεγμένη εικαστική προσέγγιση
κινούμενη μεταξύ ασπρόμαυρου και
έγχρωμου εφιάλτη – η χρωματική παλέτα
εσκεμμένα είναι περιορισμένη –,
υπνωτιστική ροή, υπαινιγμούς διαστρεβλωμένης
σεξουαλικής αφύπνισης, ασαφή αφήγηση
και ιδιόρρυθμη, σκοτεινή ατμόσφαιρα –
ο Λιντς έβαψε κατάμαυρο το εσωτερικό
του σπιτιού του και το αξιοποίησε ως
μινιμαλιστικό ντεκόρ –, πρόκειται
ουσιαστικά για το πρώτο πλήρες
κινηματογραφικό εγχείρημα του σκηνοθέτη.
Τα θέματα της φρικώδους γέννησης, της
κυκλικότητας της βιολογικής ζωής και
της αλλόκοτης σεξουαλικότητας
προοικονομούν ήδη το Eraserhead.